Myspace Falling Objects

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

ΩΧ ΕΛΑΤΟ


Απέξω ακούγεται φρενάρισμα αυτοκινήτου (είναι το έλκηθρο του Α.Β.) Φαίνεται το πρόσωπο ενός ταράνδου... Στο σπίτι του `Αγιου Βασίλη στην Καισαρεία η σύντροφός του η κυρά- Βασιλική είναι καθισμένη στην πολυθρόνα της μπροστά στο τζάκι που σιγοκαίει και πλέκει ένα κόκκινο πουλόβερ. Κάποια στιγμή, αργά το βράδυ επιστρέφει κατάκοπος στο σπίτι και ο `Αγιος Βασίλης. `Ολη αυτή την εβδομάδα δούλευε ασταμάτητα στο «εργοστάσιο κατασκευής παιχνιδιών» προκειμένου να ετοιμάσει τα δωράκια των παιδιών όλου του κόσμου. Εκτός όμως από πολύ κουρασμένος, φαίνεται και λιγάκι στενοχωρημένος. Κι αυτό γιατί μόλις μπήκε στο σπίτι κοίταξε το έλατο που ήταν δίπλα στο τζάκι και ξεφύσηξε πολλές φορές. Χωρίς να πει κουβέντα, πήγε κοντά στο δέντρο, του έριξε μια ματιά γύρω-γύρω κι αφού φύσηξε και ξεφύσηξε σαν ταύρος στην αρένα, έκατσε μουτρωμένος μπροστά στο τζάκι να ζεσταθεί το κοκαλάκι του.
Καλώς τον, καλώς τον!, λέει η κυρά Βασιλική στον άντρα της χωρίς να τον πολυπροσέξει μια και είναι σκυμμένη πάνω στο πλεχτό της.
Μμμ, καλησπέρα..., απαντά εκείνος και βάζει τα χέρια του στα μάγουλά του σαν μικρό παιδάκι.
Κουράστηκες καημενούλη μου ε;
Μμμ, κουράστηκα, λέει και διπλώνει μουτρωμένος τα χέρια του στο στήθος.
Θέλεις να σου σερβίρω ένα πιάτο ζεστή κοτόσουπα που έφτιαξα;
Μμμ, θέλω. Να παραγγείλουμε και κανένα σουβλάκι; ρωτάει με μια ελπίδα αλλά...
Σουβλάκι; Μα τρελάθηκες; Κάθε χρόνο σου ράβω καινούρια στολή γιατί η προηγούμενη σου είναι στενή. Μήπως ξέχασες που έσκασε το λάστιχο προχτές στο έλκηθρό σου ή πέρυσι που βυθίστηκες μαζί μ' αυτό μέσα στο χιόνι μόλις ανέβηκες πάνω;
Δεν έφταιγα εγώ. Το τσουβάλι με τα δώρα ήταν βαρύ. Μπορώ να φάω τουλάχιστον ένα μελομακάρονο μπας και γλυκαθώ;
Α! Εσύ δεν τρώγεσαι με τίποτα. Όχι!!! `Ενα πιάτο κοτόσουπα μονάχα. Είναι και βράδυ. Συγκρατήσου λιγάκι.
Μμμ, καλά.Ο `Αγιος Βασίλης σηκώνεται φανερά απογοητευμένος και πηγαίνει προς το παράθυρο.
Α! Ωραία. Μια που σηκώθηκες, μπορείς να δοκιμάσεις λίγο και το πουλόβερ που σου πλέκω για την Πρωτοχρονιά;Η κυρά Βασιλική, πηγαίνει κοντά του, ενώ κρατάει στα χέρια της ένα μικροσκοπικό κόκκινο πουλοβεράκι που φυσικά δεν του κάνει. Προσπαθεί να το δοκιμάσει, μα δεν μπαίνει με τίποτα.
Ορίστε! Στα έλεγα εγώ. Δεν σου κάνει. Παραπάχυνες. Τώρα;
Κυρά Βασιλική, νομίζω ότι όταν έπλεκες το πουλόβερ φορούσες τα μεγεθυντικά σου γυαλιά. Αυτό κάνει για τη γάτα μας τη Βασιλούλα, λέει ο `Αγιος ΒασίληςΠραγματικά, η κυρά Βασιλική, βγάζει τα γυαλιά της και συνειδητοποιεί ότι το πουλοβεράκι είναι μια σταλίτσα.
Μπα σε καλό μου. Μα τους χίλιους κουραμπιέδες! Σαν να έχεις δίκιο καλέ μου. Και εσύ τελικά δεν είσαι και τόσο παχουλούλης. Μου φαίνεται ότι έχεις και λίγο αδυνατίσει. Να με συμπαθάς. Θα το δώσω στη γάτα μας τη Βασιλούλα και σένα θα σου φτιάξω άλλο. Πάω όμως γρήγορα τώρα να σερβίρω. Θα φέρω και δύο μελομακάρονα να σε γλυκάνω.Η κυρά Βασιλική, πάει στην κουζίνα να ετοιμάσει το δείπνο και ο `Αγιος Βασίλης μένει μόνος του. Εκείνη την ώρα χτυπάει το κινητό του τηλέφωνο, ενώ κατευθύνεται για άλλη μια φορά προς το έλατο, το οποίο είναι γυμνό. Δεν έχει πάνω του ούτε ένα στολιδάκι!
Ναι, μάλιστα, ορίστε, λέγετε παρακαλώ; Ποιος είναι; Ποιον θέλετε; Α! έλα καλικατζαρούκο μου. `Εχουμε κανένα νέο; ρωτάει με αγωνία ο `Αγιος Βασίλης
....................................
`Όχι, μη μου πεις! Για λέγε.
..................................
Μη μου πεις. Δεν το πιστεύω! Για λέγε. Για λέγε!
........................
Μη μου λες. Απίστευτο! Για πες μου, για πες μου.
...........................
Καλά. Τι να κάνουμε. Θα το καταπιώ κι αυτό. Σ' ευχαριστώ. Καλά Χριστούγεννα και σε σένα καλικατζαρούκο μου.
Ο `Αγιος Βασίλης κλείνει το κινητό του κι εκείνη την ώρα μπαίνει η κυρά Βασιλική, κρατώντας ένα δίσκο με δύο πιάτα. Τον τοποθετεί στο τραπέζι.
Πω-πω πώς αχνίζει. `Ο,τι πρέπει είναι τώρα με την κούραση που έχεις. `Ελα, πλησίασε να φάμε, `Αγιε μου Βασίλη.Ξεκινάνε το φαγητό τους, ρουφώντας ρυθμικά και δυνατά την κάθε κουταλιά. Δεν περνάει μισό λεπτό και ο `Αγιος Βασίλης, ο οποίος πεινούσε πολύ, έχει ήδη τελειώσει την κοτόσουπά του.
Σιγά χριστιανέ μου. Πότε την έφαγες κιόλας;
Δεν φταίω εγώ, το κοτόπουλο μέσα στο πιάτο πρέπει να ήταν ζωντανό και να μου ρούφηξε τη σούπα μου...Η κυρά Βασιλική σκάει στα γέλια με το αστείο αυτό για αρκετή ώρα ενώ ο ίδιος βάζει πάλι τα χέρια του στα μάγουλά του και ούτε καν χαμογελάει. Σε λιγάκι...
Μα καλέ μου, τι σου συμβαίνει; Είσαι στενοχωρημένος; Κάτι σε απασχολεί; Πες μου μένα.
Ε, ναι! Κάτι μου συμβαίνει. Είμαι στενοχωρημένος. Κάτι με απασχολεί. Αλλά δεν σου λέω.
Καλά. `Όπως αγαπάς. Πάντα πεισματάρης. Πάντα καταπίνεις τις στενοχώριες σου κι αυτό να ξέρεις σε παχαίνει. Τέλος πάντων. Ας βάλουμε κανένα χριστουγεννιάτικο τραγουδάκι να μπούμε στο πνεύμα των γιορτών σιγά - σιγά.Σηκώνεται, μαζεύει το τραπέζι και πάει στο κασετόφωνο. Βάζει το τραγούδι «Ω! έλατο». Δυναμώνει την ένταση και αρχίζει να χορεύει. `Όμως ο `Αγιος Βασίλης δεν αντέχει άλλο πια και ξεσπάει σε κλάματα. Η κυρά Βασιλική που χορεύει με γυρισμένη την πλάτη της δεν τον καταλαβαίνει και συνεχίζει ακάθεκτη να τραγουδάει και να χορεύει το «Ω! έλατο, ω! έλατο, μ' αρέσεις πώς μ' αρέσεις». Ο `Αγιος Βασίλης τότε ξεσπάει σε πολύ δυνατούς λυγμούς, φυσάει με δύναμη την κόκκινη μύτη του και ... επιτέλους η κυρά Βασιλική τον βλέπει. Τρομαγμένη και απορημένη, κλείνει αμέσως το κασετόφωνο και τρέχει κοντά του, ενώ με ένα μαντήλι σκουπίζει τον ιδρώτα από το μέτωπό της από τον πολύ χορό.
Μα τι χίλιες νιφάδες! Ω! καημενούλη μου. Τι έχεις; Τι σου συμβαίνει; Δεν μπορώ να σε βλέπω έτσι!Εκείνος σκουπίζει τη μύτη του. Τη ρουφάει καλά - καλά και της λέει με παραπονιάρικο ύφος.
Το έλατό μας. Κοίτα το. Είναι άδειο. Δεν έχει στολίδια. Ούτε αστέρι. Ούτε φωτάκια. Ούτε φάτνη. Ούτε χιόνι. Ούτε τίποτα. `Εφτιαξα όλα τα δώρα στο εργοστάσιο παιχνιδιών της Καισαρείας και δεν περίσσεψε τίποτα για το δέντρο μας. Με πήρε και ο Καλικατζαρούκος να μου πει ότι δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στολίδια τώρα πια. `Ολοι έχουν κιόλας στολίσει τα δέντρα τους. Δεν έχουμε πια καμία ελπίδα να βρούμε και για μας κάτι. Κανείς δεν με σκέφτηκε εμένα. Κανείς δεν μ' αγαπάει. Κι αμέσως ξεσπάει σε ακόμα πιο δυνατούς λυγμούς.Η κυρά Βασιλική κλείνει τα αυτιά της γιατί είναι και λίγο παράφωνος ο άντρα της. Μετά τον χαϊδεύει στο σκουφί του, του σκουπίζει τα μάτια και τη μύτη και του λέει.
Μα γι' αυτό σκας `Αγιε μου Βασίλη; Μα τους χίλιους τάρανδους, αυτό δεν το περίμενα. `Ελα, φάε ένα μελομακάρονο να γλυκαθείς κι άκου προσεχτικά τι θα σου πω. Δίνει ένα μελομακάρονο στον `Αγιο Βασίλη, ο οποίος καθώς το τρώει λέει μπουκωμένος...
Μήπως έχεις κι έναν κουραμπιέ;
Καλέ μου `Αγιε Βασίλη. Ξέρω πόσο καλός είσαι και πόσο αγαπάς όλα τα παιδιά του κόσμου. Γι' αυτό και κάθε χρόνο βάζεις τα δυνατά σου να τα ευχαριστήσεις με τα υπέροχα δώρα σου. Ξέρω επίσης πόσο κουράζεσαι κάθε φορά για να φτιάξεις τόσα δώρα, να διαβάσεις όλα τα γράμματα των παιδιών και να φτιάξεις τη λίστα μ' αυτά που ζητάει το καθένα. Ιδίως φέτος που γεννήθηκαν ένα σωρό ακόμη παιδάκια, οι υποχρεώσεις σου διπλασιάστηκαν. Όμως μην νομίζεις ότι δεν σ' αγαπάει κανείς και δεν αναγνωρίζει το έργο που κάνεις. Και για να στο αποδείξω σου έχω μια έκπληξη.Η κυρά Βασιλική που τόση ώρα μιλούσε, δεν είχε καταλάβει ότι ο `Αγιος Βασίλης από την κούραση και την στενοχώρια του είχε βυθιστεί σε ύπνο. Μόλις άκουσε όμως το ροχαλητό του, γέλασε σιγά και χωρίς να κάνει θόρυβο σηκώθηκε και πήγε δίπλα στο τζάκι όπου εκεί υπήρχε ένα τσουβάλι. Το πήρε και πήγε προς το παράθυρο.
Παιδάκιααα, παιδιά μου, ελάτε μέσα, προτού ξεπαγιάσετε.Μπαίνουμε στο σπίτι όλοι χαρούμενοι αλλά πρέπει να κάνουμε ησυχία. Η κυρά Βασιλική μας εξηγεί ότι μας είδε από την αρχή που φτάσαμε έξω από το παραθύρι της και μας ξέρει όλους από το junior, όπου μας διαβάζει συνέχεια.Σε όλους μας δίνει από ένα γλυκό φιλάκι και μας κερνάει από ένα μελομακάρονο. Μετά, φέρνει ένα μεγάλο πράσινο τσουβάλι και λέει στα γρήγορα ότι έχει φτιάξει από χρυσόχαρτο και ασημόχαρτο ένα σωρό αστεράκια που τα είχε για να στολίσει το χριστουγεννιάτικο δέντρο τους. Είναι όμως πολλή χαρούμενη που βρεθήκαμε κοντά της αυτή τη στιγμή γιατί θα την βοηθήσουμε να στολίσει το έλατο.Πραγματικά λοιπόν, μας δίνει από ένα αστεράκι και χωρίς να κάνουμε τον παραμικρό θόρυβο, πάμε πατώντας στις μύτες των ποδιών μας και κρεμάει ο καθένας από μας το δικό του αστεράκι. Η κυρά Βασιλική, στο τέλος βάζει γύρω - γύρω όμορφα λαμπιόνια που είχε από πέρυσι. Είμαστε όλοι πολύ χαρούμενοι και τα παιδάκια είναι καταπληκτικά.Μόλις τελειώνουμε το στολισμό του δέντρου η κυρά Βασιλική βάζει με προσοχή ένα μεγάλο αστέρι στο χέρι του `Αγιου Βασίλη και προτρέπει όλα τα παιδιά να πουν με μια φωνή: «Αγιε μας Βασίλη ξύπνααα!» Πραγματικά λοιπόν, τα καλά παιδάκια φωνάζουν τόσο δυνατά που ο Αγιος Βασίλης πετάγεται όρθιος, κρατώντας, χωρίς να το έχει καταλάβει, το αστέρι στο χέρι του, ενώ από την τρομάρα του λέει διάφορες ασυναρτησίες:
Ποιος είναι; Τι συμβαίνει; `Όχι, δεν το έκλεψα εγώ το μελομακάρονο από το μπολ. Ο τάρανδος το έφαγε...
Καλέ τι λες; `Ονειρο έβλεπες; του λέει η κυρά Βασιλική προσπαθώντας να τον συνεφέρει.Τότε ο `Αγιος Βασίλης μας βλέπει όλους μπροστά του και ξαφνιάζεται.
Μα τι συμβαίνει; Πώς βρεθήκατε εσείς εδώ, μας ρωτάει.
Γεια σου `Αγιε Βασίλη,φωνάζουν τα παιδάκια όλα μαζί, θαρρετά ενώ εγώ ντρέπομαι λιγάκι και δεν βγάζω μιλιά.
Είδες που σου είπα ότι δεν πρέπει να στενοχωριέσαι χωρίς λόγο;. Σου φυλούσα μία έκπληξη. Να την λοιπόν. Τα βλέπεις αυτά τα πολύ καλά και γλυκά παιδιά εδώ μπροστά σου; `Ηρθαν για σένα. Να σου φέρουν χαρά γιατί σε αγαπάνε πολύ και δεν θέλουν να σε βλέπουν στενοχωρημένο. Ορίστε! Κοίτα τι έκαναν. Στόλισαν το δέντρο μας.
Το δέντρο μας; Ποιο δέντρο μας; ρωτάει φανερά απορημένος ο `Αγιος Βασίλης.
Αυτόοο , φωνάζουν τα παιδάκια και δείχνουν με το δαχτυλάκι τους το έλατο δίπλα το τζάκι.Ο `Αγιος Βασίλης γυρίζει και βλέπει το όμορφο χριστουγεννιάτικο δέντρο γεμάτο στολίδια.
Κι αυτό που κρατάς στα χέρια σου είναι η κορφή που θα την βάλεις εσύ για να είναι πανέτοιμο, λέει η κυρά Βασιλική.Ο `Αγιος Βασίλης κοιτάζει το χέρι του και έκπληκτος βλέπει το μεγάλο αστέρι. Τα παιδάκια γελάνε, το ίδιο κι εγώ. Φανερά συγκινημένος, πλησιάζει στο έλατο ενώ πάλι αρχίζει να ρουφάει τη μυτούλα του. Βάζει με προσοχή την κορφή ψηλά στο δέντρο και η κυρά Βασιλική το καλώδιο στην πρίζα. Τα φωτάκια ανάβουν και το δέντρο φαντάζει εκπληκτικό. Τότε τα παιδάκια κι εγώ χτυπάμε παλαμάκια ενώ ο `Αγιος Βασίλης αγκαλιάζει τρυφερά από τους ώμους τη γυναίκα του. Βάζει ξανά τα κλάματα (όπου μας ξεκουφαίνει λιγάκι αλλά είναι τόσο γλυκούλης. Μου φαίνεται πως θα κλάψω κι εγώ... Σνιφ.):
Σ' ευχαριστώ αγαπημένη μου κυρά Βασιλική। Και σας παιδάκια σας ευχαριστώ πολύ। Είμαι πολύ χαρούμενος τώρα, και αυτό οφείλεται σε όλους εσάς. Με κάνατε πολύ ευτυχισμένο.Εκείνη την ώρα η κυρά Βασιλική μας φωνάζει όλους να πάμε κοντά τους κι εκείνη πηγαίνει τρέχοντας σχεδόν στο κασετόφωνο και βάζει το τραγούδι «Ω! έλατο». Δυναμώνει την ένταση, πλησιάζει πάλι κοντά μας και χαρούμενοι όλοι μας τραγουδάμε δυνατά «Ω! έλατο, ω! έλατο, μ' αρέσεις πώς μ' αρέσεις...» .
www।christmasinathens।gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Η λίστα ιστολογίων μου

Σελίδες

Protected by Copyscape Plagiarism Checker